Πέμπτη 9 Μαΐου 2013

Όμορφα να κλαίς


Όχι. Απόψε δεν θα σου πω για πεφταστέρια που πραγματοποιούν ευχές. 

Ούτε για λυχνάρια του Αλαντίν.

Ούτε για βατράχους που έγιναν πρίγκιπες.

Ούτε για μυστικά περάσματα. 

Για κάτι ψυχές θα σου πω. 
Θα σου χει τύχει, δεν μπορεί. Εκεί που περιπλανιέσαι μέσα στο απόλυτο έρεβος να ακουμπήσεις πάνω στον Άλλον και να βρει η ψυχή σου το φως της. Και να αναφωνήσεις πως θαύματα συμβαίνουν. Ίσως μικρά, ανεπαίσθητα αλλά θαύματα. Και να θες να ξεχυθείς στους δρόμους εκεί που η βροχή πέφτει ζεστή και η αγάπη έχει μια αλμύρα άλλο πράμα.

«Το πιστεύεις ότι δεν θυμάμαι τι ευχή ξεχάσαμε;»
Και έχουμε ακουμπήσει τους αγκώνες πάνω στα κιγκλιδώματα και τα πόδια να κρέμονται ανεξάρτητα από το υπόλοιπο σώμα σαν μια ένδειξη διαμαρτυρίας για εκείνες τις φορές που στάθηκες εμπόδιο στην αυτονομία τους. Και τι κατάλαβες; Σαν κακός γονιός που τιμωρεί το άτακτο παιδί του. Και τι κατάλαβες; 

«Το σπίτι στη θάλασσα, το σπίτι στη θάλασσα» μου απαντάς.
Και βάζω το χέρι μου στη τσέπη και ψάχνω για κέρματα αφού και οι δυό μας το ‘χουμε ξαναζήσει. Άπαξ και ευχηθείς να προσέχεις… οι ευχές παίρνουν πάντα το δρόμο τους και πραγματοποιούνται. Και μετά την απομάκρυνση εκ του ταμείου ουδέν λάθος…ουδέν.
Και έχουμε δώσει έναν όρκο μυστικό δίχως λόγια αλλά με ένα βλέμμα και ένα φεγγάρι παντοτινό μάρτυρα. Και είχε ένα σχήμα το βράδυ εκείνο–σαν βαρκούλα στα ανοιχτά.
-"ΕΙΣΑΙ;" 
-"Γιατί πράγμα", με ρωτάς. 
-"Να φύγουμε από δώ, ΕΙΣΑΙ;"

Και γυρίζω να σε κοιτάξω και κλαίς. Να κλαίς. Καμιά φορά πρέπει και να κλαίς. Μα όταν κλαίς, όμορφα να κλαίς. Έτσι θα ‘ναι σαν να γελάς. Και εγώ θα είμαι δίπλα σου όπου κι αν πας. Να φυλάω τη θάλασσα μας και μια αγκαλιά.
Όχι τίποτα δεν χάθηκε, κουτή. Και ότι νόμιζες πως διαλύθηκε για πάντα, διαόλοι του μυαλού.
Γιατί ελπίζεις. Γιατί προσδοκάς σε θαύματα. ΥΠΑΡΧΩ ΕΑΝ ΥΠΑΡΧΕΙΣ.
Buen Vivir, μάγκα μου. Στο κάτω-κάτω αν δεν αντέχεις, παράτα τα όσο είναι νωρίς. Αυτός ο κόσμος μπούχτισε από κακομοίρηδες …

Μα φταις και εσύ. Από μικρή σκουντουφλούσες. Όπου τοίχος, να σου και εσύ. Η μάνα σου έκλεινε την πόρτα του υπνοδωματίου, μη τυχόν έρθουν ξωτικά και κλέψουν τη λαλιά σου. Έτσι έλεγε με ένα φιλί και μια καληνύχτα. Και εσύ ξυπνούσες μες στη νύχτα να βγεις απ’το δωμάτιο, είχες ήδη κανονίσει τα ραντεβού σου με τα ξωτικά, βλέπεις. Και σκουντουφλούσες παντού. Ευτυχώς είχες αποθέματα οξυτοκίνης και σε έσωζαν κάθε φορά. Αργότερα επιβεβαιώθηκε. Μόνο και πάντα τα αποθέματα οξυτοκίνης θα σε σώζουν όταν σκουντουφλάς. Και το αλμυρό νερό του βυθού. Να βουτάς.

Ίσως αύριο τελικά πάω μια βόλτα στη θάλασσα. Από ‘κει θα σου στείλω τη χάρτινη βαρκούλα, που σου υποσχέθηκα, να ‘ρθει να σε βρει... 
Μέχρι τότε γέλα πουλί μου...


*Οξυτοκίνη: η ορμόνη της Αγάπης, βοηθά στο να δημιουργηθούν και να εδραιωθούν δεσμοί αγάπης μεταξύ μητέρας και παιδιού

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου